Μέχρι τώρα, οι ωκεανοί έχουν ισορροπήσει σημαντικά την κλιματική αλλαγή απορροφώντας σχεδόν το ένα τρίτο του παγκόσμια εκπεμπόμενου διοξειδίου του άνθρακα. Οι ωκεανοί αντιπροσωπεύουν μια σημαντική δεξαμενή άνθρακα αλλά η αναρρόφηση υπερβολικού ποσού διοξειδίου του άνθρακα που προέρχεται από την ανθρώπινη καύση των ορυκτών καυσίμων, έχει ένα κόστος: την οξέωση των ωκεανών.
Η έρευνα στην οξέωση των ωκεανών είναι ένα νέο αναγκαίο πεδίο και ήταν ένα από τα κύρια θέματα στην ετήσια Γενική συνέλευση της ευρωπαϊκής εταιρείας γεωεπιστημών που έγινε στη Βιέννη, τον Απρίλιο.
Η χημεία είναι ξεκάθαρη: η οξέωση των ωκεανών είναι άμεσα συνδεδεμένη με το ποσό του CO2 που εμείς παράγουμε. Το CO2 διαλύεται στον ωκεανό, αντιδρά με το θαλασσινό νερό και μειώνει το pH. Από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, οι ωκεανοί έχουν γίνει 30% πιο όξινοι (από pH 8,2 στο pH 8,1). «Οι προβλέψεις για το τέλος του αιώνα είναι ότι θα χαμηλώσουμε το pH της επιφάνειας των ωκεανών κατά 0,4 μονάδες που σημαίνει ότι οι επιφανειακοί ωκεανοί θα γίνουν 150% πιο όξινοι και αυτό είναι “a hell of a lot”» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Jelle Bijma, πρόεδρος την επιστημονικής επιτροπής του προγράμματος EuroCLIMATE και βιογεωχημικός στο Alfred-Weneger Ινστιτούτο στο Bremerhaven.
«Η οξέωση των ωκεανών είναι εξελίσσεται πιο γρήγορα από ποτέ στην ιστορία της Γης και αν κοιτάξει κάποιος τα επίπεδα pCO2( σωματιδιακή πίεση του διοξειδίου του άνθρακα), θα πρέπει να γυρίσει πίσω 35 εκατομμύρια χρόνια στο χρόνο για να βρει αντίστοιχες καταστάσεις», συνέχισε ο Bijma. Πρέπει να βρεθεί μια μέγιστη, επιτρεπόμενη αλλαγή στο pH μέχρι την οποία το σύστημα είναι ακόμη ελεγχόμενο. Αυτή είναι μία σημαντική πρόκληση λαμβάνοντας υπόψη τις πολύπλευρες άγνωστες καταστάσεις που περιμένουν να τεκμηριωθούν. Αυτό το σημείο αιχμής υπολογίζεται προς το παρόν ότι θα επιτρέψει μια πτώση 0,2 μονάδων pH, κάτι που μπορεί να πραγματοποιηθεί σε 30 περίπου χρόνια, όπως υπολογίζεται. Για να επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις απαιτείται περισσότερη έρευνα και και ευρύτερες προβλέψεις με μοντέλα.
Η αναμενόμενη βιολογική επίδραση της οξέωσης των ωκεανών παραμένει ακόμη αβέβαιη. Οι πιο ασβεστούχοι οργανισμοί όπως τα κοράλλια, τα μύδια, η άλγη και το πλαγκτόν που έχουν ερευνηθεί μέχρι τώρα, αποκρίνονται αρνητικά σε περισσότερο όξινα νερά των ωκεανών. Εξαιτίας της αυξημένης οξύτητας, λιγότερα ιόντα ανθρακικών αλάτων είναι διαθέσιμα που σημαίνει ότι τα ποσοστά ασβεστοποίησης των οργανισμών μειώνονται και έτσι τα κελύφη και οι σκελετοί τους λεπταίνουν.
Παρ’ όλα αυτά μια πρόσφατη έρευνα πρότεινε ότι μια συγκεκριμένη μορφή της μονοκύτταρης άλγης που ονομάζεται κοκκολιθοφόρα, ερεθίζεται από τα αυξημλενα επίπεδα pCO2 στους ωκεανούς, δημιουργώντας ακόμη μεγαλύτερες αβεβαιότητες για το τι ακριβώς θα συμβεί όσον αφορά τη βιολογική απόκριση.
«Υπάρχουν χιλιάδες οργανισμοί που εναποθέτουν άλατα ασβεστίου, στη Γη και εμείς έχουμε αναγνωρίσει μόνο έξι ή δέκα από αυτούς. Χρειαζόμαστε μια καλύτερη κατανόηση των φυσιολογικών μηχανισμών», ανέφερε ο Jean-Pierre Gattuso, ομιλητής από το εργαστήριο ωκεανογραφίας Villefranche. Επί πρόσθετα, ανώτερα είδη θαλάσσιας ζωής είναι πιθανόν να επηρεαστούν από τους ταχύτατα οξεώμενους ωκεανούς και όλοκληρες τροφικές αλυσίδες μπορεί να αλλάξουν.
Μεταφρασμένο και προσαρμοσμένο από:
European Science Foundation (2008, May 24). Ocean Acidification: Another Undesired Side Effect Of Fossil Fuel-burning. ScienceDaily. Retrieved May 26, 2008, from http://www.sciencedaily.com /releases/2008/05/080521105251.htm
earthsos.gr/earthsos.blogspot.com